Το κάταγμα της κλείδας αποτελεί ένα συνηθισμένο τραυματισμό καθώς αντιστοιχεί περίπου στο 5% των καταγμάτων που προκύπτουν σε ενήλικες.

Η κλείδα είναι το οστό που προεξέχει στην μπροστινή πλευρά των ώμων μας και βρίσκεται στην κορυφή του στήθους.

Πρόκειται για τον μοναδικό οστέινο σύνδεσμο ανάμεσα στο σώμα και τον ώμο. Η ύπαρξη του λειτουργεί προστατευτικά για τα νεύρα αλλά και τα αγγεία που τοποθετούνται κάτω από αυτό.

Τα πιο συχνά κατάγματα στην κλείδα προκύπτουν από πτώση του ατόμου πάνω στον ίδιο του τον ώμο ή στο τεντωμένο χέρι του. 

Αξίζει να αναφέρουμε πως κάταγμα στην κλείδα μπορεί να παρουσιαστεί και σε νεογνά κατά τη διέλευση τους από το κανάλι της γέννησης.

Συμπτώματα

Καθώς το κάταγμα της κλείδας αποτελεί ένα επώδυνο τραυματισμό, τα συμπτώματα περιλαμβάνουν τα εξής:

  • Έντονη αίσθηση πόνου.
  • Μώλωπες και οίδημα.
  • Ευαισθησία και μούδιασμα. 
  • Πιθανή αίσθηση κριγμού.
  • Παραμόρφωση ώμου, πτώση του ώμου προς τα εμπρός ή προς τα κάτω καθώς το οστό δεν  μπορεί να τον υποστηρίξει.
  • Δυσκαμψία και δυσκολία στην ανύψωση του άκρου ή στην κίνηση του

Διάγνωση – Κάταγμα της κλείδας

Ο γιατρός προχωράει σε ακτινογραφία με σκοπό να εντοπίσει την ακριβή θέση του κατάγματος. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να εκτιμήσει με ακρίβεια την σοβαρότητα του. 

Ενδέχεται, επίσης, να ζητήσει ακτινογραφίες για όλη την περιοχή του ώμου του ασθενούς, ώστε να προβεί σε έλεγχο για πρόσθετους τραυματισμούς.

Εφόσον εντοπιστούν κατάγματα και σε επιπλέον οστά, τότε μπορεί να ζητήσει σάρωση με αξονική τομογραφία για να έχει στην διάθεση του περισσότερες πληροφορίες.

Θεραπεία

Τα περισσότερα κατάγματα κλείδας χρίζουν συντηρητικής αντιμετώπισης. 

Με την χρήση ειδικού νάρθηκα γίνεται ευθυγράμμιση ορισμένων καταγμάτων σε μία πιο σταθερή θέση ώστε να μην προκαλούν έντονη δυσφορία στον ασθενή.

Η επούλωση του τραύματος ενδέχεται να διαρκέσει από 3 ως 6 μήνες. 

Έπειτα από 6 μήνες, είναι πιθανό ένα ποσοστό γύρω στο 15% των καταγμάτων να μην έχει επουλωθεί. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται ψευδάρθρωση.

Σε όσα από τα κατάγματα παρουσιάζεται ελάχιστη παρεκτόπιση καθώς και σε όσα δεν προκύπτει μεγάλη συντριβή, ακολουθείται συντηρητική αντιμετώπιση η οποία περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

  • Χρήση νάρθηκα για διάστημα 4 ως 6 εβδομάδων και ακινητοποίηση του ώμου. 
  • Χορήγηση αναλγητικών φαρμάκων.
  • Παγοθεραπεία.

Η αποκατάσταση περιλαμβάνει και ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα φυσικοθεραπείας. Το πρόγραμμα  στοχεύει στην πρόληψη της δυσκαμψίας του ώμου καθώς και στην ανάκτηση της δύναμης του ασθενούς στην περιοχή.

Έπειτα από ένα κάταγμα κλείδας είναι σύνηθες ο ασθενής να χάσει κάποια από την δύναμη του στους βραχίονες και τους ώμους.

Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό μέσω συγκεκριμένων ασκήσεων να διατηρήσουμε την κινητικότητα. Έτσι αποφεύγεται η όποια δυσκαμψία μπορεί να προκύψει.

Καθώς το οστό επουλώνεται, μειώνεται σταδιακά και η αίσθηση του πόνου. Οι ασκήσεις ξεκινούν από το αρχικό στάδιο του τραυματισμού. Είθισται συνεχίζονται για ένα διάστημα και αφότου το κάταγμα έχει επουλωθεί πλήρως.  

Σε περιπτώσεις περίπλοκων καταγμάτων όπου εμφανίζουν γωνίωση, συντριβή και παρεκτροπή οστικών τμημάτων, ενδέχεται να χρειαστεί χειρουργική αποκατάσταση για την ευθυγράμμιση ξανά της κλείδας.

Χειρουργικά αντιμετωπίζονται επίσης και τα κατάγματα εκείνα όπου το δέρμα κινδυνεύει από την τάση του οστού καθώς και στις περιπτώσεις της ψευδάρθρωσης.